μπαλοτιά

μπαλοτιά
και μπαλωτιά, η (Μ μπαλοτιά)
1. πυροβολισμός
2. πλήγμα από σφαίρα πυροβόλου όπλου
νεοελλ.
ταυτόχρονη ριπή από πολλά όπλα μαζί, ομοβροντία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μπαλότα (< ιταλ. ballotta) + κατάλ. -ιά (πρβλ. μπάλα: μπαλιά). Ο τ. μπαλωτιά κατ' επίδρασιν τών παρ. τών ρ. σε -ώνω].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”